59 Ποιήματα και 35 για το Δρόμο

Στην Κατερίνα

και στον Δημοσθένη

ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΣΕΩΝ

ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Κοιμούνται πλάι πλάι στο κρεβάτι

το στήθος της σαν τα φτερά της πεταλούδας

σκιρτά ανεπαίσθητα

το δέρμα περιμένει το καινούργιο χάδι

τρέμει για τη στιγμή που πέρασε

και θα ρθει.

Αγκαλιάζονται πάνω κάτω στο κρεβάτι

ποια ευφορία οδηγεί τα μέλη τους

τυφλά στη σίγουρή τους έλξη

το θέλω του άλλου

το άλλο του θέλω

το θέλω τον άλλο.

Κοιμούνται πλάι πλάι στο κρεβάτι

το στήθος της σαν τα φτερά της πεταλούδας

σκιρτά ανεπαίσθητα

η νέα καταιγίδα έρχεται

εδώ.

8.9.2001


ΤΗΣ ΚΑΘΕ ΜΕΘΗΣ

Δεν έχω πιει ακόμα το ποτήρι μου

ούτε το μάτι βέβαια είναι θολό

εκείνη

χαμογελά γλυκά, παραδομένη

στη σκέψη της μικρής κραιπάλης

που αναμένεται.

8.9.2001

ΤΗΣ ΤΡΕΛΑΣ

Έσκισε το λεπτό μεταξωτό της φόρεμα

μ’ ένα μαχαίρι

έκοψε το λεπτό μεταξωτό εσώρουχο

μ’ ένα ψαλίδι

άνοιξε το λεπτό μεταξωτό της δέρμα

και το ρούφηξε.


8.9.2001

ΤΗΣ ΑΦΗΣ

Τα χείλη της θυμάμαι, τα μαλλιά

όταν αγγίζω κάτι από μετάξι,

σαν να μας χάιδευαν πουλιά

του Παραδείσου – και να ’χουν πετάξει…

9.9.1966

ΤΗΣ ΧΑΜΕΝΗΣ ΑΦΗΣ / ΚΑΘΟΛΙΚΑ ΕΓΚΑΥΜΑΤΑ

Είν’ αύρα ανέμου – όχι το χάδι

δεν είν’ το στήθος της – μόνο βελούδα

ούτε κι η γλώσσα της – απλά απ’ αχλάδι

μια γλυκιά φλούδα

(για την κοιλιά της ξέχνα το – λείο μετάξι…) βασανιστήριο – η γνώση των σωμάτων

μέσα απ’ τις γάζες σου πάει να πετάξει

…τρίτου βαθμού καθολικών εγκαυμάτων…

17.12.2000

ΧΟΡΕΥΤΡΙΑ;

Σηκώνει τα μπράτσα της

και η παραλία

ισορροπεί σε μια στιγμή

στα μισάνοιχτα πόδια της

φαίνεται η θάλασσα

ίσως ψηλά και ο ουρανός

η δύση φυσάει

τα ανασηκωμένα της μαλλιά

και τον αυχένα.

Γυρίζεις να την κοιτάξεις ξανά:

τα όνειρα

έχουν τελικά σώμα…

14.7.2000


ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Κρατάει τον προαιώνιο κύλικα κενό

– θα τον γεμίσει

με κραδασμούς νυχτερινούς του σώματος

σταγόνες απ’ τις εύφορες θηλές της

σα θα λουστεί στης θάλασσας το ανεύρυσμα

φορτίο πυκνό – το ωραίο αγγείο

θα ασφυκτιά μες στο κομψό του σχήμα

θα λάμψει διαστελλόμενο

αύρα ανείπωτη

σοφά θα περικλείσει την ψυχή μου.

22.7.1999


ΤΗΣ ΓΕΥΣΗΣ

Τι να ’ναι τάχα το μεδούλι;

Ένα γλυκό, ένα πατέ, ένα ποτό;

Το γάλα;

Η λήθη της θηλής

ή η θηλή της λήθης;

Μια τρούφα, ένα σύκο, ένα πεπόνι

και το απαραίτητο gewürztraminer;

8.9.2001


ΓΕΥΜΑ

Αυτό το μακρύ, σφριγηλό

πλούσιο σώμα

- λευκό τραπεζομάντιλο

με θησαυρούς

κρύσταλλα, πορσελάνες

άνθη πορφυρά

φυλλώματα, ψυχρές λεπίδες

φλόγες σε ποικιλμένα καντηλέρια

τροφές που υμνούν τις γεύσεις

βασανιστικά

ορέξεις, δίψες –

σαλεύει αργά, χαυνωμένο,

προφέροντας το όνομά σου

–μηχανικά; εθισμένο;–

βυθίζεται – να μοιραστεί μαζί σου

λάγνα όνειρα.

15.10.2001

ΑΚΡΙΒΟ ΕΔΕΣΜΑ

Φωτεινός θύσανος, καμπυλόγραμμο κόσμημα

νέρινα μάτια, στήθος διάφανο

–τα αρχέγονα

του στόματος, του αιδοίου, του πρωκτού

σε ελκυστικές διαστάσεις του υπαρκτού–

το στανικό να δέχεται

σπαρτάρισμα του φύλου

ενός χοντρομεσόκοπου ερωτύλου…

25.3.2001


SEX? / A WOMAN’S VOICE

Δεν θέλω

να με οικειοποιείται κατά βούληση

με τον σκληρό του πόθο να με διαπερνά

να τυραννά το θηλυκό κορμί μου

μ’ έναν τρόπο ανδρόγυνο

και ν’ αναιρεί την πρόθυμή μου φύση.

Όμως καθώς οι συσπασμένες του παλάμες συνθλίβουνε το στήθος μου και με παιδεύει

έξαφνα μαλακώνει και σταλάζει μέσα μου

γλυκαίνω και τα πόδια μου λυγίζουν

και του χαϊδεύω το ιδρωμένο μέτωπο.

20.4.2001



ART?

Ιδρώτας στην επαναστατημένη σου θηλή

φτιάχνει μικρά διαμάντια στη σειρά

κοσμήματα που παίρνει το φιλί

ενώ το σώμα παραιτείται τρυφερά

μια δύναμη περίτεχνη, μα αχνή

μαζί μας παίζοντας καλλιτεχνεί…

2.12.1971 – 4.6.2003

ΠΕΡΙΒΛΗΜΑ

…με τα γαληνεμένα χείλη

και με τις άτονες αισθήσεις

τους φθόγγους που είχαν ανατείλει

σε μυστικές καταβυθίσεις

με των ωρών τ’ άδηλα ρίγη

και της καρδιάς μας το ρυθμό

με τ’ άπειρα που δεν απαριθμώ

ο χρόνος επαισθήτως μας τυλίγει…

25.9.1982 – 5.6.2003



ΜΕΤΕΩΡΟ

Διαγράφεις πάλι τη γνωστή καμπύλη

ο έρωτας χυμός,

στις επιφάνειες των κορμιών

ο ύπνος απωθείται

μετέωρος…

Προσεγγίζοντας τις πηγές

αναμετρούμε

την αντοχή μας στη δίψα.

17.6.1975

ΑΡΩΜΑ

Σήμερα η Βέρα

δέχτηκε ένα άρωμα

το σκόρπισε

στα θησαυροφυλάκια της αφής

ύστερα φόρεσε ένα ρούχο

μεταξωτό, που δείχνει

το στήθος, τους μηρούς της και τα γόνατα

έγειρε το κορμί της στο παράθυρο

και απαίτησε αινιγματικά

το ηλιοβασίλεμα…

Νοέμβριος 1977



ΕΙΚΑΣΤΙΚΟ

Χτενίζει τα μαλλιά της

έχει μείνει

ρευστά χαμένη μες στη ρέμβη

στο πλαίσιο του καθρέφτη της διακρίνει

να λάμνουν σύννεφα

και ξεχασμένες λέμβοι

περίτεχνα να κυματίζουν

πλήθη

τα όνειρά της χύνονται στη λήθη.

8.4.2003

ΤΑΞΙΔΙ

ΤΑΞΙΔΙ

Ι

Σα βλέπω τα ζευγάρια στα στενά

να δένονται πιασμένα χέρι χέρι

φιλιά στα σκοτεινά, ματιές γεμάτες

από την αφοσίωση της στιγμής

ποιος ξέρει αν αύριο η ζωή θα συνεχίσει

μα, αν ναι, τα ίδια μάτια θα μας ψάχνουν

σαν να ’χαμε γυρίσει από ταξίδι

έστω κι αν ήτανε στιγμές ο χωρισμός μας;

ΙΙ

Άσκοπη περιπλάνηση, μουσεία

λάγνες μοναχικές περιστροφές

στα ειρωνικά διπλά κρεβάτια των ξενοδοχείων συνάντησα τη Σεβερίν προς το βραδάκι

μπλουτζίν, ξανθά μαλλιά πίσω στο σβέρκο

το συζητήσαμε: – Θα ρθεις μαζί μου;

–Θα ’θελα το μπλουζάκι Cacharel

θα το φορώ κατάσαρκα να σε θυμάμαι.

–Εδώ, θε ν’ ανεβούμε τα πατώματα

στο τέταρτο. Έχει και λουτρό… Θα παίξουμε ίσως… Μικρός ονειρευόμουνα τη θάλασσα…

Έστω, θα αρμενιστούμε στην μπανιέρα.

–Αρχίζεις να μ’ αρέσεις, έχεις χιούμορ.

Αύριο θα σου μιλήσω για άλλες εντυπώσεις…

Λένε πως οι Βαλκάνιοι έχουν ζωντάνια…

και έμαθα στο γυμνάσιο ελληνικά…

–Μην κάνεις θόρυβο πολύ και μας ακούσουν ξενοδοχείο για οικογένειες και τα σχετικά…

–Σφίξε με εδώ –και γδύσε με– στις σκάλες…

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

29.5.1973


ΤΑΞΙΔΙ;

ΙΙΙ

–Δε δίνω φράγκο για τους διπλανούς

να με χαράξεις θέλω, να φωνάξω

να βυθιστώ, τις άδειες μέρες μου βαρέθηκα

πάρε με επίμονα, βαθιά, να ξεχαστώ…

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Στα πόδια του Άιφελ κυματίζει ο Σηκουάνας

και στα δικά μου η Σεβερίν να ξεμακραίνει

σ’ ένα ταξίδι κυκλικό, μ’ αναβαθμούς,

καθώς χιλιάδες ηδονές ραμφίζουν

στα σκοτεινά τον ουρανό

της πόλης του φωτός.

30.5.1973

1.00΄ π.μ

SOLITUDE

Ταξίδι με το τρένο μες στο βράδυ

τα μάτια μας παράθυρα αναμμένα

τριγύρω όσο απλώνει το σκοτάδι

τ’ αστέρια όλο διστάζουν – μα ένα

την παρακολουθεί, καθώς σωπαίνει

ως κάθεται στην άκρη, μόνη,

στον ίσκιο της μορφής της αφημένη

η ανάγκη της αγάπης κρυσταλλώνει

ζει μόνο, μοναχή, όπως τύχει

ούτε καν σκέφτεται τι περιμένει

απόμακρη, δεν την αγγίζουν ήχοι

απορημένη που είν’ απορριμμένη…

19.5.1976

9.30΄ μ.μ.

Fos s/mer



H ΜΙΚΡΗ ΑΝΝ

ΔΑΚΡΥΣΜΕΝΗ

Το δάκρυ της διαμάντι στο σταθμό

χωρίζαμε συντετριμμένοι

χρόνος παράτασης δε μένει

για τον αποχαιρετισμό.

Το τρένο ξεκινούσε βιαστικά

και μάκραινε το πρόσωπό της

είδωλο της ακραίας νιότης

θησαυρισμένο μυστικά.

Ελπίσαμε, σε πρόσφορη εποχή,

να μας δοθεί μια ευκαιρία νέα

με την ψυχή γεμάτη και γενναία

ν’ αγγίξουμε το θαύμα απ’ την αρχή.

( Έλπισα – μάταια, τι τ’ απαριθμώ;

Ο χρόνος είχε σταματήσει στο σταθμό.)

Σεπτέμβριος 1966 – Αύγουστος 2002


ΤΕΛΟΣ

Λυπάμαι τώρα που θα φύγω

και αναπολώντας καταλήγω

πως, ναι, τ’ αγάπησα πολύ

τ’ άπληστα βάθη των ματιών σου

τη μέθη των λεπτών χεριών σου

στης ηδονής τη συμβολή.

Δίχως να ψάχνω την αιτία

όπως αρχίσαμε στ’ αστεία

έτσι και τώρα σοβαρά

φτάνω στη θύρα που σαν κλείσει

ο μύθος θα ’χει πια διαλύσει

καπνός θα σκορπιστεί η χαρά.

Μα θα θυμάμαι πάντα μόνο

στον άδηλο μέλλοντα χρόνο

πόσο η καρδιά μου ήταν θολή

πόσο σπαράξαμε το βράδυ

στο τεταμένο το σκοτάδι

– χορδή απ’ αβάσταχτο βιολί.

15.3.1970


ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ

Αγγίζοντας το λαμπερό της πρόσωπο

το σώμα της που ξεκινά το θαύμα

στη μνήμη του επανέρχεται μια ίδια ανθοφορία ολόφωτη, ερωτική,

πρώιμα χαμένη,

νερό που ’φυγε βιαστικά

προς τη μεγάλη θάλασσα.

20.4.2001

ΑΥΘΕΝΤΙΚΑ

Δε μου τη δίνουνε ιδιαίτερα οι μοντέλες

(«Να ’ξερες τι πηδάς, μωρό μου!

Έτσι με τέλειωνε πριν μέρες ο Τσοτσόπουλος!» Φαντάσου!)

το καθημερινό κορίτσι με βιδώνει

καθώς περνά τη διάβαση

με το μεταξωτό του σώμα

τα βήματά του στο πλακόστρωτο

ως την πόρτα

της τράπεζας

η αναμονή πίσω του στην ουρά

κλεφτά μυρίζοντας το δέρμα του

καθώς αλλάζει πόδι νευρικά

«Μα τόσο αργούν!

Ένα μόνο ταμείο!»

«Έχετε δίκιο, ο χρόνος μας πολύτιμος

θα ’χαμε κάνει τόσα σε μιαν ώρα…»

χαμογελάει, κοιτάζοντας φιλάρεσκα

την τσάντα της που αγόρασε απ’ το Zara

με το χριστουγεννιάτικο επίδομα.

Σαν σ’ αγκαλιάζει

ζει μες στην ψευδαίσθηση

της όποιας της επιλογής

δεν έχει μπει ακόμα στη διατίμηση,

σαν σε φιλάει

γλυκαίνεστε και οι δύο.

Αυτά τα τρυφερά κορίτσια

αυθεντικά, πανέμορφα

μες στα μικρά, υποθετικά τους ελαττώματα

«Βρίσκεις το στήθος μου βαρύ;

το στόμα μου μεγάλο;

θα σου άρεσα καλύτερα ξανθιά;»

- συμπλέκουν τη ζωή τους στη δική μας

ανθρώπινα.

Τη νύχτα, σαν αρχίζει να χαράζει,

δακρύζεις ακουμπώντας στην ανάσα τους.

15.11.2002



FRAGMENTS

Γυμνή, στη στάση που του αρέσει

τον περιμένει να την πάρει

την αγαπάει; πώς θα χωρέσει

μες στου μυαλού του το κουβάρι;

Απ’ το Παρίσι ως το Καράτσι

καραδοκούν οι παπαράτσι.

Η μηχανή σου έχει ρετάρει

και δεν σου μένουν εκκινήσεις

ψυχρό σε βλέπει το φεγγάρι

με τόσο δρόμο να διανύσεις.

Δίχως να ξέρει τι τον αναγκάζει με πόδι φονικό πατάει το γκάζι.

14.11.2002

ΦΥΓΗ

Έτρεχες μες στο μεσημέρι

κι ήταν η αγάπη της πιστή

εσύ ζητούσες άλλα μέρη

αυτή ζητά να ξεχαστεί

να φυλαχτεί στην αγκαλιά σου

να γεννηθεί και να χαθεί

εσύ ζητούσες άλλα – στάσου

και δέξου τούτο το βαθύ

ταξίδι σε ψυχές και σε τοπία

χώρους στενούς και όνειρα φαρδιά

χάνεσαι μες στην ουτοπία

- το εφαλτήριο είν’ η καρδιά.

8.9.2002



ΠΙΣΤΟΣ

Χαμόγελο πλανιέται στοιχειωμένο

στα χείλη της, με σημασία

στου κρεβατιού την άκρη παραμένω

σαν τον πιστό στην εκκλησία.

11.2.2003

TOO LATE… II

Αφήσαμε τα λόγια στο τραπέζι

ενώ το τζάμι ράμφιζε η βροχή

κι οι δυο αμήχανοι: μέσα μας παίζει

πικρά η αγάπη με την ενοχή.

Λόγια δεν χρειάζονται, λόγια φευγάτα,

πάθος μάς λείπει, αληθινό,

καθώς φιλήδονη, μυστήρια γάτα

πέφτει να βρει το κενό…

18.6.1994

ΓΟΡΓΟΝΑ

Εχτές επάλευα στον ύπνο μου

μ’ ένα μεγάλο γκρίζο ψάρι

ξεκίνησε για να με πάρει

και μου τραγούδαγε γλυκά.

Εγώ φοβόμουνα και του ’λεγα

πως δεν το θέλω, δεν μ’ αρέσει

όμως με κράτησε απ’ τη μέση

και με κοιτούσε αγγελικά.

Κι ήταν το βλέμμα κι η φωνούλα του

τόσο ζεστά που δεν ξανάδα

εκφραστικά, με φρονιμάδα

έξυπνα μα νωχελικά.

Κι έτσι, με κάποια αιδημοσύνη

με συστολή κι εγώ το έπεισα

του ’πα να μου ’χει εμπιστοσύνη

και το απολέπισα.

28.12.1985

ΟΝΕΙΡΟ Ξ

Την έκανε δική του απελπισμένα

σαν να τον ευνουχίζαν την αυγή

δεν είχε κλείσει καν τα είκοσι ένα

σαν βέλος λειτουργούσε, σαν κραυγή

μες στο όνειρο ρουφούσε το κορμί της

το δέσμευε, δικό του, μην του λείψει

μα ξάφνου απροσδόκητος κομήτης

ήρθε να τους καλύψει

τους τύλιξε μέσα στο φως του

γάλα απ’ αχτίδες, σαν γυαλί

στις παρυφές του ανεπιγνώστου

τους προκαλεί

τους τράβηξε μέσα στη δίνη

γάλα απ’ αχτίδες, τους νικά

απλώνει και τους καταπίνει

ηδονικά

20.8.2001 – 17.7.2002



ΑΠΛΗ ΓΝΩΡΙΜΙΑ

Καθώς κουβέντιαζαν, στη συναναστροφή,

φαντάστηκε το σώμα της άσπρο στη χλόη

φαντάστηκε τα χέρια του

να ακολουθούν τα μάτια του πάνω της…

τα λεπτά κύλησαν, γενναιόδωρα

μετά αγκαλιάστηκαν, φιλήθηκαν –κοντά στα χείλη–

το δέρμα της λείο, το δικό του δέρμα εμπειρίας, σφίχτηκαν για να νιώσουν τα κορμιά τους

πρόσφορα ερωτικά,

χωρίστηκαν μ’ άπειρη τρυφερότητα:

κι οι δυο τους αγαπούσαν άλλους.

22.4.2001


ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΚΥΠΕΛΛΟ

Φεύγει ο Ρομέρο σαν την καταιγίδα

το γκολ στα αντίπαλα τα δίχτυα προωθεί

και η δόνα Τζούλια απ’ την πιο ακριβή κερκίδα απόψε, ξέρει, θα του απονεμηθεί.

4.6.2002


BEAUTIFUL LOSER

Έπαιξε και έχασε – τώρα κοιμάται

μ’ ένα χαμόγελο, μην τον ξυπνάτε

δείχνει η μορφή του τόσο απαλή

ο ήλιος αύριο θα φωτίσει τις συνέπειες

και τα παράπονα, τις μικροπρέπειες

τώρα τον έχει η νύχτα – είναι καλή.

12.1.1972

ΓΛΥΠΤΙΚΗ

Την ύλη σμίλεψα

–μ’ αναστολές

με δάχτυλα από πυρετό

και δάκρυα–

τόσο λεία

σαν δέρμα οικείο

πάνω της ακούμπησα

ένα τρικυμισμένο μέτωπο

γαλήνια.

6.6.1967 – 30.4.2003


ΑΣΗΜΕΝΙΟ ΔΙΧΤΥ

Μια ασημένια αιώρα

που σε κοίμιζε

σου ξεχνούσε τώρα

χθες σου θύμιζε

ένα σώμα λείο

που σ’ έχει χαράξει

φωτισμένο πλοίο

έτοιμο ν’ αράξει

στον ανεξιχνίαστο

χώρο της ψυχής σου

να σε ταξιδεύει

να το πας μαζί σου…

29.12.1966


ΖΩΗ

Συνάψεις του μυαλού – χωρίς καρδιά;

άκαρπα χρόνια

ξέθωρη

μελανοταινία.

1.5.2003

ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΑΝ ΚΥΜΑΤΑ

Δεν τα ’ζησα;

ή μήπως δεν θυμάμαι;

μήπως υπήρξαν και αρχειοθετήθηκαν

στο πιο βαθύ και δύσκολο συρτάρι

έτσι που δεν αναγνωρίζω πια

τα περασμένα ρίγη σίγουρα;

8.9.2001

VIRTUAL?

Πώς το ερέθισμα;

πώς μπουκώνει η καρδιά;

Δεν είναι μόνο τα μάτια

που ξεκλειδώνουν την επιθυμία

και την αφήνουν

τυφλή να σφαδάζει

στα γύρω τοιχώματα

και το τραγούδι μπορεί

και το χάδι

να τη φουσκώσει σε έκρηξη

γεννώντας τον κόσμο μας.

8.9.2001





Ο ΧΡΟΝΟΣ

Χθες με συνάντησε

μες στα χαράματα

ένα ζεστό και απόμακρο αεράκι:

δεν είχε λογική,

αυθόρμητα

μου παρηγόρησε το μέτωπο

– και χάθηκε.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Ο χρόνος λικνίζεται

σαν το νερό

στη μισοβυθισμένη βάρκα

– αναίτια.

15.3.2000

ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑ

ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑ

Μαγιάτικη βροχή: στεφάνι

φευγάτο στη νεροσυρμή,

γάντι ξοπίσω του που εφάνη

έντονα να χειρονομεί.

Ο κόσμος σύρεται μαζί του,

ο οχετός αφρίζει να βουλώσει,

συνθλίβεται μες στη ροή του

ό,τι έχουμε αναλώσει.

Δεν μένει τίποτα – ή μένει;

τάχα δεν ζήσαμε – αληθινά;

άλυτο σύμπλεγμα – συντονισμένοι;

ολόφωτοι στα σκοτεινά;

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Η λύση λήγει στο λιμάνι,

στη θάλασσα των αποβλήτων,

ίσως εκεί τα απολυμάνει

κι ανασυνθέσει τη μορφή των.

1.5.1999

ΒΡΑΔΥ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

Βγήκε με τη γυναίκα και το γιο του

φάγανε σολομό, κρασί και κρέπα

«τι θα πει φιλελεύθερος;»

«σκέφτομαι τη ζωή»

«…δεν κάνουν, λες, την ευτυχία;»

«την αγάπησε!»

στρογγυλό τραπέζι έξι ατόμων για τρεις,

μετά τρέξανε μες στη νύχτα

το λάστιχο σκασμένο

ζήσανε.

1.5.1999



ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Καθόντουσαν οι τρεις μαζί

και ψιλο-τσακωνόντουσαν

με μια αγάπη διάχυτη,

μια τρυφερότητα

μετά σηκώθηκαν,

αγγίχτηκαν γλυκά,

και πήγαν στις δουλειές τους.

22.4.2001


ΑΝΑΤΡΟΦΗ

Όταν κοιμάσαι

σε νανουρίζω γλυκά,

άμα ξυπνήσεις, σε δέρνω…

Αχ, πώς σ’ αγαπώ κοιμισμένο!...

1.1.1974

ΟΙ ΣΚΑΛΕΣ

Στα σπίτια που μ’ ευχαριστούν

μ’ αρέσει

το καθαρό περίγραμμα

τα ανοίγματα

ο σκιερός τους κήπος

όμως

οι σκάλες μ’ ερεθίζουν περισσότερο

με ελκύουν έλικες λεπταίσθητες

αποφασιστικές γωνίες

τις εσωτερικές ρυθμίζουν διαδρομές προσφέρουν την ανέλιξη, τις πτώσεις

τις ταλαντώσεις

της ανήσυχης ψυχής.

26.7.2002


ΠΟΛΕΙΣ

Πλάκες στιλπνές απ’ τη βροχή, τα κτίρια διαπλέκονται στο πέρασμά μας

η Ιστορία τα λούζει και τα σιδερώνει

προσθέτοντας σαν στοργική μητέρα

ένα ρολόι ή κόσμημα στην πρόσοψη

με κάτι μαγικό

μια θλίψη στα παράθυρα

μια δύσκολη ηρεμία

μια πύλη που θωπεύει αδιόρατα

τον μυστικό, εσωτερικό της κήπο.

Καθεδρικές δύουν ηδονικά στον ουρανό

αιώνιες φράσεις ψιθυρίζουνε τα πάρκα

χάλκινοι θόλοι, χαλκοπράσινα φυλλώματα

αγάλματα να μας κοιτούν στοχαστικά

σε στάσεις άβολες, παγιδευμένα

το βλέμμα μας χαϊδεύει στους ορόφους

μπράτσα ροδόλευκα, ακουμπισμένα στα περβάζια

μορφές με συναισθήματα απροσπέλαστα

κόγχες λατρευτικές, ανάγλυφα

χρώματα χωνεμένα με τα χρόνια

χρυσό ρυτιδωμένο, επιγράμματα…

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Εσύ όμως προτιμάς την εξοχή.

23.2.2000


ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΑΣ

Μέσα στις πρωινές συσκέψεις

πρώτο και τέταρτο ποτό

φρόντισε μετοχές και επιχειρήσεις

–μα το χρηματιστήριο βαρετό…–

(μετά επιτοίχιο με την ιδιαιτέρα

τα πόδια της σπονδή στον ουρανό

εκφραστικά, φιλότιμα – cognita terra…)

πάλι κοκτέιλ και συναντήσεις

δείπνο σε λέσχη προσφιλή

φτάνει στο σπίτι με βαριές αισθήσεις

τρωτός στην καρδιακή του προσβολή…

5.12.1975 – 6.9.2003


ΕΝ ΤΑΞΕΙ

Έκλεισε τα λογιστικά βιβλία άψογα,

εξόφλησε την εφορία, τις τράπεζες και τις ασφάλειες ανακαινίσεις μαγαζιών, service αυτοκινήτων,

τις αποθήκες τακτοποίησε, παραγγελίες

–μεθοδικά επέλεξε κωδικούς

σύγκρινε τιμές, συνάλλαγμα, κόμιστρα–

τις πληρωμές λογαριασμών, όλα σε τάξη

τύπωσε καταλόγους, ρύθμισε συμβόλαια,

ενοίκια, διαφημίσεις, καταθέσεις, τίτλους,

μισθούς συνεργατών, προμήθειες, οφειλές

εκτίμησε πελάτες και επισφάλειες

με δίαιτα έδιωξε τα περιττά κιλά

–φαντάσου να κρατούσε άχρηστα βάρη

σε μια ύπαρξη μελλοντική ή ανυπαρξία–

το σώμα του έπλυνε πιστά, με τρυφερότητα λούστηκε και ξυρίστηκε, λίγο άρωμα, διακριτικό

φίλησε τη γυναίκα και το γιο του

και ξάπλωσε να κοιμηθεί ειρηνικά.

19.3.2000


CHECK UP

Περιποιείται το κορμί του ευσυνείδητα

τα ηλεκτρόδια στη σωστή τους θέση

(καθάρισμα, απολύμανση, συντονισμός)

στη συνδεσμολογία με το μηχάνημα,

τα χέρια της διατρέχουν

διακριτικά το στέρνο του

(τα μάτια παρακολουθούν τις αντιδράσεις)

λεπτή, τα μαλλιά πίσω

η προσοχή της έντονη

το σώμα σε ρευστή επιφυλακή

- ο πρώτος ασθενής της…

και ένας μικρός, διαβρωτικός ερωτισμός

ένα σώμα (έμπειρο; γερό;)

περίπτωση, ιστορικό, case study.

Ξεχνώντας τις σπουδές, την αγωγή της

φαντάζεται τον έρωτα

στο ιατρικό κρεβάτι, πίσω απ’ το παραβάν,

στο γραφείο, στο νιπτήρα

στη συσκευή του τεστ κοπώσεως

(τα μέλη εργάζονται στο full – υψηλές επιδόσεις) κοκκινίζει με ξαφνική συστολή, συνέρχεται

«Είστε έτοιμος, τελειώσαμε, ντυθείτε…

στη διάθεσή σας αν με χρειαστείτε,

τα πήγατε καλά, τα αποτελέσματα

λίγα λεπτά για τη δακτυλογράφηση,

σας χαιρετώ, (να) είστε καλά…».

23.12.1997


ΜΑΤΑΙΟΤΗΣ

Δεν είσαι τίποτα, φτωχέ μου Prada,

μέσα στην Bentley με διακόσια σαράντα

σαν βγεις στο περίπτερο για τσιγάρα

θα νιώσεις κι εσύ την ίδια κομμάρα

τα πόδια σου το ίδιο θα λυγίσουν

στην ισχαιμία του οποιουδήποτε

κι ας ήσουν

άπειρα δισεκατομμύρια φέρων

το ίδιο οριακό ασθενοφόρο

με το επίμονό του πίου-πίου

καθηλωμένο προ του Ζαππείου

τι ελπίδα είχες άραγε

στο πηχτό μποτιλιάρισμα του Μουσείου

να σ’ ακουμπήσει ζώντα στη σουίτα του Ωνασείου;

– σήμερα απεργούν οι χειριστές ελικοπτέρων…

26.12.2002


ΤΑΙΝΙΑ

Τώρα που συνωστίζονται τα εμφράγματα

και έχω κι εγώ μια κάποια αρρυθμία

αναθυμάμαι αναστολές και φράγματα

μοχλεύω κάθε περασμένη επιθυμία

που έσβησε χωρίς αντέφεση

χωρίς υπόλοιπα ερμηνείας

- δύσκολη κόπια ερμητικής ταινίας

που καταλήγει ευαίσθητα βουβή.

27.7.1994


ΗΛΙΚΙΑ / ΤΗΝ ΕΑΥΤΟΥ ΣΑΡΚΑ

Αυτό το εξασκημένο μέλος

ενέγραψε άπειρες κινήσεις

έχει αποθησαυρίσει τις ρυτίδες,

τις αμυχές

έχει γεράσει ζώντας.

Τα κύτταρά του πότισαν γλυκύτητα

απ’ τα παιδιά, απ’ τις γυναίκες, απ’ τους φίλους

οι πόροι του οξειδώθηκαν απ’ την ανάγκη.

Το δέρμα, δίχως την παλιά λαμπρότητα,

πιστά προσεγγίζει

το κόκαλο.

Αυτά τα ασκημένα μέλη

φιλότιμα προσηλωμένα στο καθήκον

απορροφούν πειθήνια τον καιρό,

τον μεταπλάθουν σε ιστορία.

Σαλεύοντας το βράδυ κουρασμένα

στον ύπνο

αναδεύουν τα όνειρά μας,

να μην κατακαθίσουν και σαπίσουν.

10.5.2001

ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ

Το πρόσωπο που αγάπησες γερνάει

η ζωή το σχημάτισε όμορφα στο κρύσταλλο

αδρά χαρακτηριστικά, ζωντάνια,

ύστερα πήρε γόμα και ξεκίνησε

τις διαγραφές,

σταδιακά θαμπώνει

το δέρμα και το χρώμα και την έκφραση

- μόνο η παλιά λάμψη στα μάτια

αντιστέκεται

της διαφεύγει ακόμα.

26.7.2002


ΓΟΝΕΙΣ

(πώς ήταν, αλήθεια;)

Στη Μαρία και στον Δημοσθένη


Θυμάμαι τον πατέρα μου

σαν κατεβαίναμε μεσάνυχτα τις σκάλες

σαν μας ξυπνούσαν γείτονες

παρακαλώντας φάρμακα για τους δικούς τους

«Ο άνθρωπος είναι το μεγαλύτερο θηρίο» βραχύσωμος μα μαχητής, έφυγε όρθιος.

Συχνά στον κήπο μου ’λεγε: «Δεν πότισες!

Ο λάκκος κάθε δέντρου

θέλει την ώρα του για να γεμίσει

νερό».

Θυμάμαι τη μητέρα μου

καθώς ανέβαινε τις σκάλες

συννεφιασμένη,

δείχνοντας τον έλεγχο:

«Οκτώ; Μα οκτώ, παιδί μου;»

την είχα ξαφνικά πικράνει.

Πολλές φορές, περνούσανε τα χρόνια,

μιλούσαμε,

με κοίταζε στα μάτια,

με ρώταγε

«Το σκέφτηκες καλά;».

Τους κουβαλώ κρυμμένους στην ψυχή μου.

15.11.2002



TAKE ME AS A PRESENT

Είμαι ένας άντρας μεσόκοπος

φυλλομετρώ έντυπα αφηρημένος

ο καφές μου στη μέση του

καπνίζω στον άσκοπο χρόνο

το πούλμαν ξεφορτώνει τουρίστες

χαμογελώ ανεπαίσθητα,

με σκέψεις σαν αργά σύννεφα,

ξέμακρες.

–Why are you smiling?

Have I put odd shoes on?

–Σ’ έβλεπα να ’ρχεσαι,

μα ήμουν αλλού, πώς να σε ξέρω;

–May I sit with you? I am bored.

I’d drink your local coffee

- seems a shit!...

–«Τα ταξίδια ωφελούν τη νεολαία!...»

Όμως άσε το πούλμαν

το αυτοκίνητο είναι πλάι

τους προλαβαίνουμε στην άλλη πόλη…

–Well, I’m just curious!

…and horny too!


. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

…είχε καιρό να νιώσει φρέσκο σώμα

το δέρμα της ελαστικό

μια ιδέα αφθονίας

ηλιοκαμένη, εκτός απ’ την κοιλιά…

Το κορίτσι γελούσε πνιχτά:

– Still going strong!

I really appreciate it…

Χρησιμοποίησε όλη της την ύπαρξη

πλουσιοπάροχα.

–Take me as a present.

Take me as much as you can.

I want you to remember me for long…

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Μόλις ξαναπρολάβανε το πούλμαν

(–It was a real pleasure.

–That is just what it was.)

Σεπτέμβριος 2001 – Φεβρουάριος 2002

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΠΛΗΣΙΑΣΕ

Ο θάνατος πλησίασε, τον κοίταξε κατάματα.

Η καρδιά του κόντεψε να σπάσει,

τα βλέφαρα δεν έπαιξαν.

«Σε συμπάθησα», είπε ξαφνικά ο θάνατος.

«Πες μου ένα ανέκδοτο να φύγω.

Καλό και σύντομο – βιάζομαι».

«Μείνε! Κάνεις καλή παρέα», είπε εκείνος

ο θάνατος ξεμάκραινε χαμογελώντας.

Ο θάνατος ξανάρθε – σαν τέλεια γυναίκα.

«Χαίρεσαι που με βλέπεις;», ρώτησε φιλάρεσκα.

Η καρδιά του πάγωσε

μα ένας ανείπωτος ερωτισμός τον συνεπήρε.

«Σε ποθώ, σαν την αγαπημένη μου»,

ψιθύρισε με λαγνεία.

«Ούτε να το σκέφτεσαι!», είπε τότε ο θάνατος,

«θα ξανάρθω χωρίς στολίδια»

και απομακρύνθηκε με υπέροχο λίκνισμα.

«Ήμουν κοντά και σε θυμήθηκα», εμφανίστηκε ο θάνατος,

«κι εσύ, πιστεύω, δεν με ξέχασες».

Ο γιος του πρόβαλε στην πόρτα ξαφνικά:

«Σε χρειάζομαι να με βοηθήσεις, πατέρα».

«Έρχομαι, αγόρι μου», απάντησε αυθόρμητα.

Ο επισκέπτης δίστασε – και χάθηκε.


«Όχι άλλες ευκαιρίες», αυτοεπιτιμήθηκε ο θάνατος.

Πλησίασε αθόρυβα

τον απέσπασε απ’ το όνειρο

τον τράβηξε μαζί του.

22.11.2001


ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ

Οι λέξεις

–ανθισμένες αποικίες, κτερίσματα–

απ’ του μυαλού τα διαμερίσματα

πέφτουν, αυτόχειρες,

από το στόμα στο κενό

των άλλων λέξεων, των λέξεων των άλλων

σαν έντομα στο ήπιο πρωινό

σε αφασία μάλλον

στις εσοχές της μνήμης πρόχειρες

σαν είδωλα ανακλώνται, αιμορραγούν,

οι λέξεις, αν υπάρχουν,

απεργούν.

27.5.2002 – 9.6.2003



ΛΕΥΚΟ

Τρέμει τους συνειρμούς

τα μολύβια απεχθάνεται

τις ταραχές του νου,

τα αισθήματα

το πρόσωπο της όμορφης γυναίκας

πίσω απ’ το τζάμι του ταξί

χωρίς να δείχνει

το ποθητό της σώμα

την προσδοκία, την ανάμνηση

κινδυνεύει:

όλα τα παραπάνω

θα το ακυρώσουν σύντομα

θα το γεμίσουν

με λέξεις αδέξιες.

8.9.2001


ΡΕΥΣΤΟ

Ρευστό κινείται κάθε τι

σαν ανεμώνη

της θάλασσας

που όλο διστάζει

πλέει στο νερό

ανεπαίσθητα ζυγώνει

μέσα μας στάζει

το φίλτρο του

τη δίψα, την ορμή του

αρχή τ’ αξετύλιχτου μίτου

στο τέλος του παραμένουμε μόνοι.

5.12.2002


ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Στοιχίζονται τα ποιήματα

και πάνε

σαν καραβάκια που μαζεύουν ήλιο

σαν ψάρια που στη στέρνα κολυμπάνε

ζυγώνουν την καρδιά

την προσπερνάνε.

7.12.2002


ΣΑΝ ΘΑΛΑΣΣΑ

Σαν γάζα που η αύρα τη ριπίζει

σαν την καρδιά που ενδόμυχα ελπίζει

σαν απαλό δέρμα που φρίττει

καθώς τ’ αγγίζουν χείλη από νεφρίτη

τρέμει στην άκρη των βλεφάρων

το φως των μακρυσμένων φάρων

αφήνεται τ’ ανθρώπινο έλασμα

στων κυμάτων τ’ αναρίθμητο γέλασμα

η ύπαρξη

αχνός διάττων

σε πόντο πόθων ανιάτων.

1.5.2003

ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ΒΑΡΚΑΡΗΣ / ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ

ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ΒΑΡΚΑΡΗΣ

Ενός αιρετικού βαρκάρη

μύρια έπονται

πάει τον κόσμο

σ’ άλλες αποβάθρες

αντί στη λήθη

στην απόλαυση

τους οδηγεί

με το χαμόγελό του στραβωμένο.

Χαλάει την πιάτσα

αναιρεί το σκηνικό

δουλειά αιώνων τώρα

διασαλεύει.

Πάραυτα

ενεργήσατε τα δέοντα!

20.11.2002


ΜΕΙΝΑΜΕ ΠΙΣΩ

Μείναμε πίσω, λίγοι

- οι άλλοι τρέχανε μπροστά

στ’ άγνωστα και στα συγγνωστά

- πού καταλήγει;

Μας καθηλώνει η έγνοια:

θα βρούνε τάχα την πηγή

ή να ’ναι μόνο μια φυγή

παραμυθένια;

Ανάρμοστη αμφιβολία;

ίσως υπάρχουνε νερά

καρποί και χέρια τρυφερά

και κορμιά λεία.

Πίσω –μοιραίοι– δίχως λύση

στην αποκάλυψη δειλοί

χλομοί για την ανατολή

άδειοι στη δύση.

Μακραίνει η μουσική τους

η ελπίδα τους μας απειλεί

- εμείς μένουμε σιωπηλοί

χαμένοι, στην κοιλιά του κήτους.

19.9.2002


ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ

Απ’ τα πολλά συνθήματα προσέξτε την ηχώ τους,

τους δίνει ένα νόημα άλλο απ’ το δικό τους:

Είσαι η ελπίδα μας

πίδα, πίδα, πήδα μας

Ο λαός στην εξουσία

σία, σία, σία, σία

Είμαστε περήφανοι, δεν είμαστε ψοφίμια

ίμια, ίμια ίμια, ίμια

Ένα μονάχα σύνθημα δεν έχει αλληγορία:

Ψωμί, παιδεία, ελευθερία!

19.7.2002

ΤΗΣ ΜΙΖΑΣ

…Μας περικύκλωσαν

άνθρωποι μίζεροι,

της μίζας,

λιπαρά γούστα, αρχολίπαροι

πρόστυχοι, μόνο στόμα και κοιλιά

σπρώχνουν στην αφασία

ένα λαό που κάποτε

περήφανα διαλογιζόταν

και διατύπωνε.

15.3.2002


ΑΔΙΑΦΘΟΡΟΙ

Προμήθειες, κυβερνήτες της αφής,

τα μέσα, χορηγοί, χρηματισμοί

- αποτυπώνονται σαφείς

της χώρας οι βηματισμοί.

Αυτό το γκρίζο πεπρωμένο

–λειρί και χάντρα και φτερό–

σε διατηρεί καθηλωμένο

και σου χρεώνει τον καιρό

σαν σκουλαρίκι μ’ άδειο νύχι

χοντροκομμένο φυλαχτό

το δίκιο τάχα και την τύχη

και κάποιο λάκκο ανοιχτό.

28.2.2002


ΕΛΑΣΤΙΚΟ

Ελαστικοί καιροί: όπου κοιτάξεις

λάστιχο να (μη;) γεννηθείς και να αναπνεύσεις λάστιχο φυσικά να επιπλεύσεις,

λάστιχο για να βυθιστείς ή να πετάξεις.

Μοιάζει σαν υπαρξιακή αγωνία

αιώνα δύσπλαστου και απλαστικού η έξις

τραβιέσαι –λάστιχο–, πόσο θα αντέξεις;

και ποιο καρφί σε περιμένει στην γωνία;…

27.6.1981


ΠΕΙΘΩ / ΣΥΝΕΜΟΡΦΩΘΗ…

Στο τελευταίο χτύπημα στο μάρμαρο

ένιωσε το κρανίο του να τον εγκαταλείπει

- ρόδι που σκάει απ’ τον αέρα στο πεζούλι…

ύστατη αίσθηση ο απόηχος βημάτων

που χάνονται στο δρόμο, νευρικά.

«…αν τον προλάβουνε στο χειρουργείο… υπερβολικός ζήλος…

χωρίς έξοδο απόψε…»

Τα άρβυλα ξαναχτύπησαν στο χώμα, άκεφα τώρα…

Σουρούπωνε…

1973

ΙΣΤΟΡΙΑ / ΑΝΤΙΣΤΑΘΕΙΤΕ

Πελέκια με την κόψη ακονισμένη

κλέφτες, φονιάδες, μεθυσμένοι

κακούργοι σε πυκνό σχηματισμό

ν’ αρπάξουν, να βιάσουν και να κάψουν

να καταγράψουν

κι άλλο στην ιστορία ηρωισμό.

Κι η πόλη στέκει και τους περιμένει

δίχως ψευδαίσθηση, αποφασισμένη

με τα σφιγμένα χείλη της βουβά

και θέλει μόνο κάθε σβέρκο που θα πέσει

μήτρα και πέτρα που θα αλλάξει θέση

να πληρωθεί ακριβά – πολύ ακριβά…

6.1.1973



ΑΓΩΝΕΣ

Αγώνες εθνικοί, έργα μεγάλα

–τρέξε Κεντέρη

ανέβα στου καλού τη σκάλα–

εμείς κάτι θα βάλουμε

στο χέρι.

3.9.2003


ΕΠΑΚΡΙΒΩΣ

Άρρωστος για καταστολή

τα πάντα δίσταζαν να λειτουργήσουν

όμως μια λέξη τον απασχολεί

δεν ταίριαζε

τον παίδευε πολύ.

Τέλος τη βρήκε, την κατέγραψε

δεν χρειαζόταν άλλη αναβολή

για να πεθάνει.

15.3.2001


ΕΛΞΗ

Νέο κορίτσι, με πράσινα μάτια

γεμάτο στήθος

σκύβει για να το συγκαλύψει

και στην ενήλικη ζωή

–ωραία γυναίκα–

το φέρει με περίσκεψη, διστακτικά.

Αμήχανοι με τα σωματικά μεγέθη

–μικρό; μεγάλο; αρμονικό;

μια έγνοια

συχνά μας καθηλώνει μια ζωή–

την έλξη την ανθρώπινη

υποτιμούμε.

8.8.2002


ΣΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ

Τα δυο λεπτά κορίτσια στο γκισέ

–ψηλές, κορμιά ασκημένα, ελκυστικά

πρόσωπα με νοημοσύνη–

φροντίζουν πρόθυμα τον νέο άντρα

αναμετρώνται σιωπηλά μαζί του

στο ταμείο.

26.7.2002


ΚΟΣΜΗΜΑ

Κατάδικος –θυμούνται–

και λαθρέμπορος

και τώρα, βέβαια, γνήσιος κοσμικός

κόσμημα –γενικώς– της κοινωνίας.

22.12.2002


ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ

Ανόητα κείμενα – στοιβάζει

τις λέξεις κολλητά στην άλλη

σαν κότες στο πτηνοτροφείο

τις σέρνει προς την κατανάλωση.

9.4.2003


ΕΠΙΤΥΜΒΙΟ

Άνθρωπος των επιχειρήσεων

–ως λεν και οι Γάλλοι–

χρήματα, μα παιδεία όχι μεγάλη

και με της φήμης το μαράζι

τάφο περίβλεπτο αγοράζει

τον τάφο λόγου χάριν του Γαμάτου

και γράφει επάνω τ’ όνομά του.

22.12.2002


ΣΚΑΚΙ

Ως σκακιστής – ακραίος

μια ζωή μελετούσε το άνοιγμά του:

καίριο, ραγδαίο, παράτολμο

– δεν έπαιξε καμιά παρτίδα.

Διέγραψε τις αναστολές του ακροπατώντας

στης νύχτας τη βελούδινη σκακιέρα.

26.7.2002


ΩΡΙΜΟΤΗΣ

Εξήντα αυτός, εκείνη είκοσι έξι

τον άφησε για κάποιον άλλο

πιο σοβαρό και πιο μεγάλο.

Λένε αγαπήθηκαν –εντούτοις

της φάνηκε ο εξηκοντούτης

ανώριμος– δεν είπε λέξη

και φρόντισε να επιλέξει

–πολύ σωστά, το επισημαίνω–

σύντροφο κατασταλαγμένο.

2.12.2002


ΑΝΑΛΥΣΗ

Ο άντρας – ζώο προβλέψιμο πολύ:

δυο γυναικεία πόδια τον απορροφούν

επίσης

η δύναμη, το χρήμα, η προβολή⋅

τα εσώτερα

θα πρέπει να τα ευπρεπίσεις.

26.7.2002


ΦΑΙΝΕΣΘΑΙ

Το σχήμα το εξωτερικό μάς καθορίζει

–ωραίοι, δύσμορφοι, τυχαίοι–

ο κόσμος στο περίβλημα εστιάζει

καμπύλες και μεγέθη αναγνωρίζει

αισθήματα συγχέει

τα παραλλάζει.

26.7.2002

ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ

«Γυναίκες δύσκολα σχολιάζω»

έλεγε ο ηλικιωμένος φίλος

«ο σχολιασμός προϋποθέτει κατανόηση».

26.7.2002


ΤΕΛΕΊΑ

«Δεν σ’ αγαπώ…»

τρεις λέξεις μόνο

τέταρτη ήταν περιττή.

23.1.2003

ΝΕΕΣ ΑΦΙΞΕΙΣ / ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ

ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ

Τελειώσαν τα παλιά;

Θα πάμε γι’ άλλα;

–ψυχούλα τρελαμένη μες στη γυάλα

όπου δεν έχει χώρο ούτε καιρό–

την πίκρα που θα ρθει σ’ τη συγχωρώ;

Όλα όπως πριν;

Δύσκολα θα μπορέσεις

ο πίνακας θα μείνει με το πλην

δίχως να ξέρεις τι να του αφαιρέσεις.

Θα κάνω ένα ταξίδι μακρινό

θα ακούσω μουσική, θα διαβάσω βιβλία

θα κολυμπήσω

θα κοιμηθώ

θα λείπεις.

23.6.2003

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Στον Γ.Α., φίλο που έφυγε

Ζωή – κομμάτια μοναξιάς

κοντά στους άλλους

αργά ή πίκρα πέφτει

μας τυλίγει

θα ρθει το τέλος

και θα μας διαφύγει.

10.7.2003


ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ / ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ ΑΛΛΟ

Δάνεια τα μόριά μας αποδομούνται

επανεισδύουν στην αέναη χοάνη

τα σώματά μας είναι σώμα άλλου

δικό μας κάτι;

ίσως –μα αμφιβάλλω–

το απρόσιτο, απειροστό ρευστό του εγκεφάλου.

10.7.2003

ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ ΖΩΕΣ

Διχάζονται οι ψυχές και ζούνε

παράλληλες ζωές εγκλωβισμένες

σπίτια που η φαντασία μας καταφεύγει

μορφές συντηρημένες σε κενό μυαλού

προτού καλά ξυπνήσεις τις πιστεύεις

και σαν ξυπνήσεις τις αποζητάς

στου νου τις εσοχές

νομίζεις πως υπάρχουν.

10.7.2003

ΠΑΡΑΦΥΛΑΕΙ

Το άλλο κατοικεί κοντά στη γνώση

στα μονοπάτια που διχάζουν ξαφνικά

συνήθως τα πολλά πατήματα δείχνουν το δρόμο

μα υπάρχουν κι άλλοι δρόμοι.

Η γκρίζα ζώνη υποβόσκει κάπου

δεν τη φαντάζεσαι ωσότου προσεγγίσεις

όμως πάλι μπορεί να προσπεράσεις

να πεις η γκρίζα ζώνη δεν υπάρχει.

10.7.2003



ΠΡΟΣΟΡΜΙΣΜΕΝΑ

Δυο γιοτ λικνίζονται απαλά στη θάλασσα

γεμάτα οιονεί κολυμβητές

ελεύθερα γύρω απ’ τις άγκυρές τους

–σκυλάκια που γαβγίζουν χαρωπά, δεμένα–

συνήθως παραμένουν πλάι πλάι συντροφικά

άλλοτε παραπλησιάζουν

κοντά, πολύ κοντά – θα συγκρουστούνε,

οι επιβάτες, νευρικοί, χειρονομούν

τα δένουν πιο κοντά στις άγκυρές τους.

10.7.2003


ΕΛΑΦΟΝΗΣΟΣ

Μες στο νερό

το χρώμα του προσδιορίζει τον άνεμο

πλάι στο νερό

άκρη της γης στο απέραντο

εκεί η δική της πινελιά.

10.7.2003


ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟ

Ψάξε γοργά και τούτο το νευρώνα

ίσως κρύβει την έμπνευση, το πάθος

τα διεκδικούνε κι άλλοι

στρίψε –φουρκέτα– κάνε τις συνάψεις

ταχύς – δεν συγχωρείται λάθος

είναι ράλι.

11.7.2003


ENTER

Όλα είναι εδώ

και τα ’χουμε εγγράψει

σε φοβερές δισκέτες

δίσκους άπειρους

μας φωτίζει χλομή

του κομπιούτερ η λάμψη

του διαδίκτυου ικέτες

σε χρόνους ανάπηρους

( Όλα είναι εδώ

εμείς φευγάτοι.)

12.7.2003

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ

Γιατί το βλέμμα παραμένει νέο

ίδιο σαν πρωτοχάιδεψε τον κόσμο;

ο χρόνος το κυκλώνει

αυτό κρατάει

γλυκές αναλαμπές

μέχρι τον ύπνο…

7.8.2003

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

Με ρούχα μπάνιου

βόλτα στις ακρογιαλιές

- αγγίζονταν

την κράταγε

τα πέλματά τους δίχαζαν την άμμο.

Στη χλόη γδυθήκαν

της φιλούσε το λαιμό

δάχτυλα σφίγγαν

τα πυκνά μαλλιά του

ο χρόνος βυθίστηκε μέσα τους.

22.7.2003

ΑΙΩΡΕΙΤΑΙ

Καίει το χάδι της στο σώμα

ήπιε νερό, έβαλε το πώμα

την πόρτα μισανοίγει

ο χρόνος μια ανάσα που τους πνίγει

μετρούν της καρδιάς το κενό

η αγάπη –κιόλας– κάτι μακρινό;

Σκύβει και την ανασηκώνει

των ωρών τους η σκόνη

αιωρείται

είτε

–αγκαλιασμένοι έτσι σφιχτά–

κλάμα είναι ή φιλιά πνιχτά;

21.8.2003

ΦΥΛΛΩΜΑΤΑ ΣΤΟ ΣΩΜΑ

Νύχτα προχωρημένη,

απ’ το παράθυρο

σκιές τα φύλλα των φυτών

πέφτουν στον τοίχο,

όλα κλειστά

– μες στο δωμάτιο δεν ακούγεται

ο άνεμος

– ταινία δίχως ήχο.

Σηκώνεσαι

στο στήθος σου αναδεύονται

λουλούδια και φυλλώματα

στο σώμα

προβάλλονται οι σκιές της φύσης

σε θέλω – μείνε πλάι μου ακόμα

- μη μ’ αφήσεις.

15.9.2003


Η ΑΝΑΠΑΥΣΗ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΗ

Τους άθλους μου τελείωσα

διευθέτησα τη γη

τον κόσμο αφήνω σε καλή κατάσταση

και τώρα λίγη αναψυχή

γυναίκα, ένα ποτό,

λουτρό και δροσερό χιτώνα…

16.8.2003

59 ποιήματα και 35 για το δρόμο (2003)


ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΣΕΩΝ

Της αγάπης

Της κάθε μέθης

Της τρέλας

Της αφής

Της χαμένης αφής / Καθολικά εγκαύματα

Χορεύτρια;

Γυναίκα της αγάπης

Της γεύσης

Γεύμα

Ακριβό έδεσμα

Sex? / A woman’s voice

Art;

Περίβλημα

Μετέωρο

Άρωμα

Εικαστικό

ΤΑΞΙΔΙ

Ταξίδι;

Solitude

H μικρή Ανν δακρυσμένη
Τέλος

Ανακύκλωση

Αυθεντικά

Fragments

Φυγή

Πιστός

Too late… II

Γοργόνα

Όνειρο Ξ

Απλή γνωριμία

Παγκόσμιο κύπελλο

Beutiful loser

Γλυπτική

Ασημένιο δίχτυ

Ζωή;

Έρχονται σαν κύματα

Virtual?

Ο χρόνος

ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑ

Κατεργασία

Βράδυ πριν την Πρωτομαγιά

Οικογένεια

Ανατροφή

Οι σκάλες

Πόλεις

Επιχειρηματίας

Εν τάξει

Check up

Ματαιότητης

Ταινία

Ηλικία / Την εαυτού σάρκα

Ζωγραφική

Γονείς

Take me as a present

Ο θάνατος πλησίασε

Οι λέξεις

Λευκό

Ρευστό

Τα ποιήματα

Σαν θάλασσα

ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ΒΑΡΚΑΡΗΣ / ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ

Αιρετικός βαρκάρης

Μείναμε πίσω

Συνθήματα

Της μίζας

Αδιάφθοροι

Ελαστικό

Πειθώ / Συνεμορφώθη…

Ιστορία / Αντισταθείτε

Αγώνες

Επακριβώς

Έλξη

Στην τράπεζα

Κόσμημα

Αρθρογράφος

Επιτύμβιο

Σκάκι

Ωριμότης

Ανάλυση

Φαίνεσθαι

Απόσταγμα

Τελεία

ΝΕΕΣ ΑΦΙΞΕΙΣ / ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ

Προοπτική

Επίλογος

Οντολογία / Το δικό μας άλλο

Παράλληλες ζωές

Παραφυλάει

Προσορμισμένα

Ελαφόνησος

Εγκεφαλικό

Enter

Το βλέμμα

Καλοκαίρι

Αιωρείται

Φυλλώματα στο σώμα

Η ανάπαυση του Ηρακλή